Πρόκειται για μορφή κήλης κατά την οποία, το προπίπτον σπλάχνο, συνήθως το λεπτό έντερο, προβάλλει διαμέσου το μηριαίου δακτυλίου. Οι μηροκήλες αποτελούν το 5% του συνόλου των κηλών και είναι συχνότερες στις γυναίκες.
Ο μηριαίος δακτύλιος σχηματίζεται από το βουβωνικό πόρο προς τα άνω, τη μηριαία φλέβα προς τα έξω, το βοθριωτό σύνδεσμο προς τα κάτω και το σύνδεσμο του Cooper προς τα έσω.
Σε ένα σημαντικό ποσοστό κηλών δεν αναγνωρίζεται συγκεκριμένη αιτία. Άλλοτε, η αιτία είναι συγγενές έλλειμμα στην περιοχή. Επιβαρυντικοί παράγοντες είναι η χρόνια δυσκοιλιότητα, ο χρόνιος βήχας, η άρση υπερβολικού βάρους, η παχυσαρκία κ.α.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση των μηροκηλών μπορεί να είναι συντηρητική ή χειρουργική, γεγονός που σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από την παρουσία ή όχι συμπτωμάτων. Επί παρουσίας συμπτωμάτων επιβάλλεται η χειρουργική επέμβαση. Επίσης, σε επείγουσες καταστάσεις, όπου η μηροκήλη περισφίγγεται απαιτείται άμεση χειρουργική επέμβασης, λόγω του κινδύνου νέκρωσης του προπίπτοντος σπλάχνου. Η χειρουργική αντιμετώπιση μπορεί να γίνει με ανοιχτή ή λαπαροσκοπική μέθοδο, με την τοποθέτηση ή όχι πλέγματος. Πάντοτε πρέπει να ελέγχεται η βιωσιμότητα του προπίπτοντος σπλάχνου.
Σε περίπτωση που αποφασιστεί η συντηρητική θεραπεία, ο ασθενής ενθαρρύνεται να αποφεύγει τους επιβαρυντικούς παράγοντες, ελέγχοντας το βάρος του, αποφέυγοντας την ανύψωση μεγάλου βάρους και προσέχοντας τη διατροφή του με την πρόσληψη φυτικών ινών για την αποφυγή δυσκοιλιότητας.
Η διάγνωση της μηροκήλης είναι εύκολη και στηρίζεται στη λήψη ιστορικού και στην κλινική εξέταση του ασθενούς σε κατακεκλιμμένη και όρθια θέση. Σε περιπτώσεις αμφιβολίας ο χειρουργός μπορεί να ζητήσει την πραγματοποίηση υπερηχογραφήματος ή αξονικής τομογραφίας για την επιβεβαίωση της διάγνωσης.
Πολλές μηροκήλες παραμένουν ασυμπτωματικές. Συνήθως υπάρχει μια προπέτεια στην πρόσθια επιφάνεια του άνω τριτημορίου του μηρού, η οποία είναι μεγαλύτερη όταν ο ασθενής είναι όρθιος ή σηκώνει βάρος. Πολλοί ασθενείς παραπονιούνται για αίσθημα δυσφορίας στην περιοχή. Σε περιπτώσεις περίσφιξεις η κλινική εικόνα επιδεινώνεται και επικρατεί έντονος πόνος, έμετος και ναυτία, καθώς και ερυθρότητα της περιοχής, συμπτώματα που υποδηλώνουν την ανάγκη για άμεση επέμβαση. Το 45% των ασθενών παρουσιάζεται με εικόνα περίσφιξης εντός διετίας από την αρχική διάγνωση.